Ο γυναικείος μαστός μεταβάλλεται συνεχώς κατά την διάρκεια της ζωής της γυναίκας ακολουθώντας μία φυσιολογική πορεία εξάρτησης από παράγοντες, όπως: η ηλικία, ο έμμηνος κύκλος, η εγκυμοσύνη, ο θηλασμός, η απώλεια ή η αύξηση βάρους, κ.α. Πολλές από τις αλλαγές που θα παρατηρήσει η γυναίκα στον μαστό της θα την προβληματίσουν και θα την ανησυχήσουν, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι είναι καρκινικές ή επιβλαβείς.
Για το λόγο αυτό κρίνεται απαραίτητος ο τακτικός έλεγχος των μαστών, ο οποίος εξατομικεύεται ανάλογα με την ηλικία και το ατομικό - κληρονομικό ιστορικό κάθε γυναίκας.
Πρόκειται για την πιο διαδεδομένη διαγνωστική εξέταση, για την ανίχνευση του καρκίνου του μαστού, ακόμη και σε αρχικά στάδια. Αποτελεί εξέλιξη της κλασικής μαστογραφίας και προσφέρει υψηλά ποσοστά διαγνωστικής αξίας.
Η Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία συνιστά οι γυναίκες του γενικού πληθυσμού να κάνουν την πρώτη μαστογραφία στα 36 ή 37 τους χρόνια.
Είναι εξίσου πολύτιμη διαγνωστική εξέταση και μπορεί να ανιχνεύσει μικρές καρκινικές εστίες που δεν μπορεί να ανιχνεύσει η μαστογραφία. Ιδιαίτερα στους πυκνούς μαστούς, το υπερηχογράφημα υπερέχει διαγνωστικά, προσφέροντας πληρέστερη ακρίβεια της εσωτερικής μορφολογίας του μαστού. Ταυτόχρονα επειδή δεν χρησιμοποιεί ακτινοβολία είναι δυνατή η επανάληψη του όσες φορές χρειαστεί.
Για πληρέστερη διάγνωση και πρόληψη, είναι σκόπιμο να συνδυάζεται με την ψηφιακή μαστογραφία.
Πρόκειται για μία εξελιγμένη τρισδιάστατη υπερηχογραφική εξέταση που δίνει απεικονιστικές λεπτομέρειες της μορφολογικής αρχιτεκτονικής του μαστού και των παθολογιών του. Εντοπίζει πολύ μικρά μορφώματα και παρέχει πληροφορίες για την αγγείωση τους και την εσωτερική τους δομή. Προσφέρει ακριβή διάγνωση και ενδείκνυται για γυναίκες με μεγάλους και πυκνούς μαστούς.
Πραγματοποιείται κατά την διάρκεια του υπερηχογραφήματος μαστών και αποτελεί μία τεχνική εκτίμησης της σύστασης των όζων και των μορφωμάτων στον μαστό, ανάλογα με την σκληρότητα της δομής τους.